Καλλιεργείται δε για το μικρό ομώνυμο εδώδιμο σπόρο του, που είναι ένα από τα σημαντικότερα όσπρια. Είναι ένα από τα πρώτα φυτά που ξεκίνησε να καλλιεργεί συστηματικά ο άνθρωπος.
Η φακή είναι ψυχανθές φυτό σε ό,τι αφορά την οικογένεια και ποώδες, ετήσιο και δικοτυλήδονο. Υπάρχουν διάφορες ποικιλίες διαφορετικού μεγέθους και χρώματος σπέρματα, όπως ξανθά, πράσινα και καστανά. Οι καρποί της κυκλοφορούν στο εμπόριο ως ξερά όσπρια. Καλλιεργείται από τα αρχαιότατα χρόνια (γύρω στο 2000 π.Χ.)
Πού ευδοκιμεί το φυτό της φακής;
Αν και το φυτό της φακής είναι ένα φυτό που ευδοκιμεί σε ποικίλες κλιματολογικές συνθήκες, πριν αποφασίσουμε πού θα καλλιεργήσουμε φακές θα πρέπει να εξετάσουμε το κλίμα της περιοχής. Οι φακές προτιμούν καλά στραγγιζόμενα εδάφη και φυτεύονται σε νότιες ή ανατολικές εκθέσεις, ώστε να αξιοποιήσουν καλύτερα τη ζεστασιά του ήλιου.
Η καλή αποστράγγιση είναι πρωταρχική ανησυχία, καθώς ακόμη και σύντομες περίοδοι πλημμυρισμένου ή νεροκρατούμενου εδάφους μπορεί να καταστρέψουν την καλλιέργεια. Απαιτείται ένα εύκρατο κλίμα για τις θερινές καλλιέργειες ή όταν πρόκειται για φακή που θα καλλιεργηθεί το χειμώνα, αυτό θα μπορέσει να συμβεί σε υποτροπικές κλιματικές συνθήκες. Από το χωράφι προς καλλιέργεια θα πρέπει να αφαιρεθούν τυχόν πέτρες και άλλα υπολείμματα, από τη στιγμή που οι φακές πολλαπλασιάζονται μέσω της διασποράς των σπόρων.
Η φακή είναι μία cool crop (ψυχρού κλίματος) καλλιέργεια, τα ανεπτυγμένα φυτά φακής είναι ανθεκτικά στους παγετούς της άνοιξης αλλά όχι στην ξηρασία ή στις πολύ υψηλές θερμοκρασίες.
Εποχή σποράς
Η σπορά λαμβάνει χώρα κυρίως τον Οκτώβρη, ωστόσο καλό είναι η σπορά να γίνεται αργότερα μετά τα μέσα Νοεμβρίου ώστε η καλλιέργεια να αξιοποιήσει στο έπακρο τις κλιματικές συνθήκες που θα ακολουθήσουν.
Τα σπέρματα τοποθετούνται με τη βοήθεια κοινής σπαρτικής μηχανής μετά από ρύθμιση, σε γραμμές, σε αποστάσεις 25-30 εκατοστά και 2-3 εκατοστά βάθος.
Οι ποσότητες που θα χρειαστούν είναι, για τη λεπτόσπερμη ποικιλία 5-8 κιλά σπερμάτων ανά στρέμμα, και 9-12 κιλά για την πλατύσπερμη αντίστοιχα.
Λίπανση
Από τη στιγμή που αναφερόμαστε σε ένα ψυχανθές φυτό το οποίο δεσμεύει το άζωτο, δεν υπάρχει λόγος προσθήκης αζώτου. Μπορεί να χρειαστεί να εμβολιάσουμε το έδαφος του χωραφιού με τα απαραίτητα αζωτοδεσμευτικά βακτήρια. Επίσης, το κάλιο συνήθως δεν είναι και αυτό απαραίτητο, εκτός και αν η εδαφοανάλυση μας δείξει το αντίθετο και τέλος ο φώσφορος είναι το στοιχείο του οποίου η προσθήκη είναι απαραίτητη, περίπου 6 μονάδες P2Ο5 ανά στρέμμα (πάντα όμως θα πρέπει να έχει προηγηθεί η κατάλληλη εδαφοανάλυση).
Εποχή συγκομιδής
Η συγκομιδή των φυτών γίνεται το καλοκαίρι και έπειτα συντελείται η ξήρανσή τους στον ήλιο και το αλώνισμα, ώστε να δώσουν σπέρματα. Τα δεύτερης διαλογής σπέρματα χρησιμοποιούνται για ζωοτροφές.
Καλλιεργητικές απαιτήσεις
Εν ολίγοις, η φροντίδα της φακής απαιτεί:
• εδάφη με καλή αποστράγγιση
• ψυχρές θερμοκρασίες (αλλά όχι πολύ κρύο)
• ελάχιστη άρδευση
• pH εδάφους κοντά στο 7,0.
Φυτοπροστασία
Καθώς το φυτό της φακής ευδοκιμεί κυρίως σε περιοχές χαμηλής υγρασίας, δεν υποφέρει από πολλές ασθένειες. Κάποιες από τις σημαντικότερες ασθένειες και σημαντικότερους εχθρούς, αναφέρονται παρακάτω:
Εχθροί
• Agrotis spp. (Αγρότιδες):
Η ζημιά προκαλείται από τις προνύμφες οι οποίες στα πρώτα στάδια ανάπτυξης που δε φέρουν μασητικού τύπου στοματικά μόρια ξύνουν την επιδερμίδα της κάτω επιφάνειας των φύλλων αφήνοντας ανέπαφη την πάνω επιδερμίδα. Οι αναπτυγμένες προνύμφες τρέφονται με το έλασμα προκαλώντας τρύπες στα φύλλα, τους μίσχους και τα στελέχη μέχρι την πλήρη καταστροφή των φυτών.
• Aphis fabae (Μαύρη αφίδα του φασολιού):
Μυζούν τους φυτικούς χυμούς προκαλώντας συστροφή των φύλλων, ανώμαλη ανάπτυξη των λοβών και ξήρανση των ανθέων. Εκκρίνουν μελιτώδη αποχωρήματα τα οποία ρυπαίνουν τα φύλλα και τους λοβούς και αναπτύσσονται μύκητες της καπνιάς. Εκτός από τις άμεσες αυτές ζημιές, οι αφίδες μπορούν να μεταδώσουν και διάφορους ιούς.
• Helicoverpa armigera (Πράσινο σκουλήκι):
Οι προνύμφες τρέφονται με το έλασμα προκαλώντας τρύπες στα φύλλα, τους μίσχους και τα στελέχη μέχρι την πλήρη καταστροφή των φυτών. Οι προσβεβλημένοι ιστοί αποτελούν πηγές εισόδου για παθογόνους μικροοργανισμούς, μύκητες, βακτήρια, προκαλώντας σήψη των φυτικών ιστών και υποβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο την παραγωγή.
• Brunchus lentis (Βρούχος):
Αποτελεί το σοβαρότερο έντομο που προσβάλει τη φακή. Οι προνύμφες τρυπούν τους λοβούς και τους σπόρους τρώγοντας το εσωτερικό τους με αποτέλεσμα τη μείωση και την υποβάθμιση των σπόρων και της βλαστικής τους ικανότητας.
• Myzus persicae (Πράσινη αφίδα του ροδάκινου):
Μυζώντας τους χυμούς προκαλεί έντονη συστροφή έως καρούλιασμα των φύλλων και χλώρωση-κιτρίνισμα με αποτέλεσμα δυσχέρεια των λειτουργιών τους. Σε περίπτωση σοβαρής προσβολής από νωρίς, προσβάλλει οφθαλμούς και άνθη και προκαλεί αναστολή της ανάπτυξης της ακραίας βλάστησης και μερική ξήρανση της ενώ μπορεί να προκαλέσει και φυλλόπτωση, γεγονός με ιδιαίτερη σημασία για τα νεαρά φυτά. Είναι επίσης σημαντικός φορέας πάρα πολλών σοβαρών ιώσεων. Επίσης το μελίτωμα που παράγει ρυπαίνει τα φύλλα και σε αυτό αναπτύσσονται μύκητες της καπνιάς με αποτέλεσμα να μαυρίζουν.
• Etiella zickenella (Ρύκτης των λοβών):
Οι προνύμφες εισέρχονται στους λοβούς και τρέφονται με τους πράσινους σπόρους διαβρώνοντάς τους. Στους λοβούς, στο σημείο εισόδου των προνυμφών, σχηματίζονται καφέ κηλίδες, ενώ εσωτερικά γεμίζουν με τα περιττώματα των προνυμφών. Το έντομο προσβάλει κυρίως τις όψιμες ποικιλίες αλλά δεν προκαλεί σοβαρή οικονομική ζημία στις καλλιέργειες.
Ασθένειες
• Ascochyta fabae f.sp. lentis (Ασκοχύτωση):
Το παθογόνο προσβάλει τα φύλλα, τα στελέχη και τους λοβούς των φυτών. Στα πράσινα μέρη των φυτών σχηματίζονται καστανές, κυκλικές κηλίδες, ελαφρώς βυθισμένες και με πιο σκούρο περιθώριο. Πάνω στις κηλίδες σχηματίζονται τα πυκνίδια του μύκητα, από τα οποία και σε συνθήκες υψηλής υγρασίας εξέρχεται κιτρινοκόκκινη βλεννώδης μάζα που αποτελείται από τα σπόρια του μύκητα. Στα φύλλα οι κηλίδες εμφανίζονται πιο νωρίς από ότι στα στελέχη. Προσβολή των λοβών οδηγεί σε μόλυνση των σπόρων πάνω στους οποίους σχηματίζονται καστανές-ροζ κηλίδες ή μπορεί να μην εμφανίζονται και καθόλου συμπτώματα. Οι προσβεβλημένοι σπόροι εμφανίζονται συρρικνωμένοι και μικρότεροι σε μέγεθος.
• Colletotrichum lindemuthianun ( Ανθράκωση):
Στα φύλλα σχηματίζονται πάνω στις νευρώσεις γωνιώδεις, νεκρωτικές, βυθισμένες κηλίδες, αρχικά κεραμιδί και αργότερα καστανόμαυρου χρώματος. Με υγρό καιρό, στο κέντρο της κηλίδας σχηματίζονται ρόδινες μάζες σπορίων. Κηλίδες εμφανίζονται και στους μίσχους, στα στελέχη και στους λοβούς και κατ’ επέκταση στους σπόρους πάνω στους οποίους σχηματίζονται καστανές κηλίδες με πορφυρή άλω. Τα προσβεβλημένα φυτά κιτρινίζουν και ξηραίνονται, ενώ παράλληλα μειώνεται και η εμπορική αξία των προϊόντων.
• Peronospora trifoliorum (lentis) (Περονόσπορος):
Η ασθένεια συνήθως εμφανίζεται την άνοιξη. Προσβάλλονται τα φύλλα και οι βλαστοί των φυτών. Αρχικά στα φύλλα εμφανίζονται χλωρωτικές κηλίδες που προοδευτικά μεγαλώνουν και συνενώνονται καλύπτοντας όλη την επιφάνεια του ελάσματος. Η περιφέρεια των προσβεβλημένων φύλλων συστρέφεται προς τα κάτω. Στην κάτω επιφάνεια των προσβεβλημένων φύλλων αναπτύσσεται λευκή ως γκριζωπή εξάνθηση που αποτελείται από τις καρποφορίες του μύκητα. Οι προσβεβλημένοι βλαστοί είναι λίγο μεγαλύτεροι των υγιών και στην κορυφή τους αναπτύσσουν μορφή ροζέτας.
• Pythium spp. (Πύθιο):
Πρόκειται για ασθένεια που προσβάλει όλα τα μέρη του φυτού που έρχονται σε άμεση ή έμμεση επαφή με το έδαφος σε υπαίθριες καλλιέργειες και στα θερμοκήπια. Αν και η ασθένεια είναι συχνή συνήθως προσβάλλονται λίγα φυτά σποραδικά στη σειρά και σπάνια οι προσβολές είναι καθολικές. Οι σπόροι, οι ρίζες και ο νεαρός βλαστός εμφανίζουν μαλακή σήψη και «λιώνουν», ενώ σε μεγαλύτερα φυτά εμφανίζεται έλκος στο λαιμό. Τα νεαρά φυτά καταρρέουν και ξηραίνονται.
• Rhizoctonia solani (Ριζοκτόνια):
Οι σπόροι, οι ρίζες και ο νεαρός βλαστός εμφανίζουν μαλακή σήψη και «λιώνουν», ενώ σε μεγαλύτερα φυτά εμφανίζεται έλκος στο λαιμό. Τα νεαρά φυτάρια καταρρέουν και ξηραίνονται λίγο πριν ή μόλις βγουν από το έδαφος. Σε μικρής ηλικίας φυτά ο μύκητας προσβάλει το λαιμό προκαλώντας υδαρείς, μαλακές κηλίδες, οι ιστοί καταρρέουν και τα φυτά πεθαίνουν. Στα μεγαλύτερης ηλικίας φυτά το παθογόνο περιορίζεται στους εξωτερικούς ιστούς του φλοιώματος προκαλώντας επιμήκεις κηλίδες κόκκινου-καφέ χρώματος. Προοδευτικά οι κηλίδες μεγαλώνουν και συνενώνονται περιβάλλοντας το βλαστό και τελικά το φυτό πεθαίνει. Ο μύκητας προσβάλει και τις ρίζες των φυτών, στο σημείο ακριβώς κάτω από τη γραμμή του εδάφους, όπου εμφανίζονται κόκκινο-καφέ κηλίδες που αυξάνουν σε αριθμό και σε μέγεθος και επεκτείνονται σε όλες τις ρίζες.
• Pea seedborn mosaic virus (PSBMV) (Ιός του μωσαϊκού του μπιζελιού):
Προκαλεί ελαφριά χλώρωση και νανισμό, λέπτυνση και καρούλιασμα των φύλλων προς τα κάτω, διαφανή και διεσταλμένα νεύρα και παραμόρφωση της κορυφής. Τα προσβεβλημένα φυτά δίνουν μειωμένη παραγωγή λοβών και σπόρους με σχισμένη επιφάνεια. Η συμπτωματολογία επηρεάζεται από την ποικιλία και την ηλικία των φυτών, τη φυλή του ιού και τις περιβαλλοντικές συνθήκες, ενώ έχει αναφερθεί η παρουσία του ιού σε φυτά που προέρχονταν από μολυσμένο σπόρο, χωρίς να εμφανίζουν συμπτώματα (λανθάνουσα μόλυνση).
Άρθρο της Ομάδας γεωπόνων της Farmacon - Farmacon Team
Πηγή:blog.farmacon.gr