«Διαβατήρια» εξαγωγών τροφίμων σε 30 τρίτες χώρες με ένα κλικ στον υπολογιστή
Πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων.
Αυτό προμηνύουν τα στοιχεία του 10μηνου και η προβολή τους στο σύνολο του έτους. Τα τελικά στοιχεία ανακοινώνονται από την ΕΛΣΤΑΤ στις αρχές Μαρτίου, ωστόσο, η τάση είναι σαφής: Οι ελληνικές εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και τροφίμων είναι σε διαρκή άνοδο, την ώρα που οι εισαγωγές μειώνονται.
Η πανδημική κρίση ήρθε να την ενισχύσει καθώς αυξάνεται διεθνώς η ζήτηση για τρόφιμα ασφαλή (από χώρες με εξαιρετικές επιδόσεις στη διαχείριση του covid, όπως η Ελλάδα), ποιοτικά, που να συμβάλουν στο ευ ζην και να έχουν χαμηλό περιβαλλοντικό και υψηλό κοινωνικό αποτύπωμα.
Με διψήφιο ποσοστό αύξησης των ελληνικών εξαγωγών τροφίμων καθ’ όλη την διάρκεια του 2020 -12,6% σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για τον Οκτώβριο - είναι προφανές ότι ανοίγεται ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας, το οποίο ως κυβέρνηση θέλουμε να αξιοποιήσουμε στο μέγιστο βαθμό.
Και τα περιθώρια είναι, όντως, πολύ μεγάλα καθώς, όπως αναφέρεται στο Σχέδιο Ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας (Επιτροπή Πισσαρίδη), οι εξαγωγές τροφίμων και αγροτικών προϊόντων στην Ελλάδα ανέρχονται στο 4,4% του ΑΕΠ έναντι 6,4% στις άλλες 9 χώρες της ΕΕ, που είναι πληθυσμιακά συγκρίσιμες με τη χώρα μας.
Καθώς λοιπόν το μερίδιο της βιομηχανίας τροφίμων στο σύνολο της ελληνικής βιομηχανίας είναι υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, είναι προφανές ότι η επίτευξη του εθνικού στόχου, όπως τον προσδιόρισε ο πρωθυπουργός, για αύξηση των εξαγωγών από το 38% του ΑΕΠ σήμερα στο 48% έως το 2023, περνά μέσα από την αύξηση των εξαγωγών τροφίμων και αγροτικών προϊόντων.
Προς την κατεύθυνση αυτή τα συναρμόδια υπουργεία Εξωτερικών, Ανάπτυξης & Επενδύσεων και Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων εφαρμόζουμε μια πολυδιάστατη πολιτική, βασικός άξονας της οποίας είναι και η αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνογνωσίας.
Διότι έμελλε να φθάσουμε στο 2020 για να περάσουν και οι ελληνικές εξαγωγές τροφίμων στην ψηφιακή εποχή. Μέχρι πρότινος, για να εξάγει μια επιχείρηση προϊόντα ζωικής προέλευσης όπως γαλακτοκομικά, κρέας, αλιεύματα, μέλι, αυγά, θα έπρεπε με φυσική παρουσία να απευθυνθεί στην Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας όπου δραστηριοποιείται, να υποβάλει έγγραφη αίτηση έκδοσης κτηνιατρικού πιστοποιητικού εξαγωγών «διαβατήριο» και εγγράφως η υπηρεσία να συμπληρώσει και να εκδώσει το πιστοποιητικό.
Αυτό πλέον, λοιπόν, με πρωτοβουλία του υπουργείου μας, που αναλήφθηκε έξι μήνες πριν και σε συνεργασία με το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, γίνεται μόνο ψηφιακά, μέσω της καινοτόμας πλατφόρμας easyagroexpo.gov.gr, σε 30 κομβικές τρίτες χώρες. Μ’ άλλα λόγια, ψηφιακά υποβάλλουν οι επιχειρήσεις την αίτηση και ψηφιακά εγκρίνεται το πιστοποιητικό από το εξειδικευμένο προσωπικό των ΔΑΟΚ, βάζοντας την Ελλάδα στην πρωτοπορία συγκριτικά με άλλες πολύ πιο αναπτυγμένες ψηφιακά χώρες.
Επιπρόσθετα, οι επιχειρήσεις έχουν πλέον εύκολη και συνεχή πρόσβαση στο πληροφοριακό υλικό ως προς τα ισχύοντα σε κάθε αγορά – στόχο για τα προϊόντα τους, ενώ με την λειτουργία της πλατφόρμας το ελληνικό Δημόσιο έχει την δυνατότητα άμεσης, online πρόσβασης στο εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων (μέχρι σήμερα τα στοιχεία προέρχονται μόνο από την ΕΛΣΤΑΤ), και αποκτά κι ένα επιπλέον «όπλο» κατά των «ελληνοποιήσεων» μέσω και της επικείμενης ενεργοποίησης του ηλεκτρονικού τιμολογίου από την Α.Α.Δ.Ε.
Αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι το 2019 μόνο στην αγορά των ΗΠΑ κατευθύνθηκαν το 39,5% των εξαγωγών μελιού, το 30,79% των εξαγωγών αλιευμάτων και το 20,12% των εξαγωγών φέτας, είναι αυταπόδεικτο πόσες ανθρωποώρες εξοικονομούνται, πόσο πιο εύκολες και γρήγορες γίνονται οι εξαγωγές αλλά και οι προοπτικές που διανοίγονται και για μικρές επιχειρήσεις, συνεταιρισμούς και ομάδες παραγωγών. Διότι μια μεγάλη επιχείρηση είχε τους πόρους για ν’ ανταπεξέλθει στις αυξημένες απαιτήσεις του γραφειοκρατικού συστήματος, όπως ίσχυε μέχρι πρότινος, ενώ μια μικρότερη –κατά τεκμήριο – όχι.
Η νέα ψηφιακή εποχή είναι, συνεπώς, εδώ, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες για όλους και στον Αγροδιατροφικό Τομέα.