Βασικά χαρακτηριστικά εκτίμησης της ποιότητας του βαμβακιού
Ο χρόνος αποθήκευσης εξαρτάται από την υγρασία σε συνδυασμό με τη θερμοκρασία της μάζας.
Το σύσπορο βαμβάκι δεν πρέπει να παραμένει αποθηκευμένο με θερμοκρασία μάζας πάνω από 45οC, ενώ αν η υγρασία του είναι πάνω από 12-14% κινδυνεύει από υπερθέρμανση, αλλαγή χρώματος και ποιοτική υποβάθμιση.
Επιπλέον, με υγρασία μεγαλύτερη από 14% το βαμβάκι μπορεί να κηλιδωθεί εξαιτίας της μεταφοράς τανινών από το περίβλημα του σπόρου στις ίνες.
Τα περισσότερα εκκοκιστήρια διαθέτουν ειδικούς μηχανισμούς όπου αρχικά το σύσπορο βαμβάκι καθαρίζεται και ξηραίνεται με τη χρήση ισχυρών καυστήρων για την απομάκρυνση της υγρασίας και στη συνέχεια γίνεται ο διαχωρισμός των ινών από το βαμβακόσπορο και τις ξένες ύλες.
Τελικά, το καθαρό βαμβάκι δεματοποιείται, καταγράφεται η ποιότητά του και αποθηκεύεται ή προωθείται άμεσα στο εμπόριο, ενώ ο βαμβακόσπορος περνάει από το στάδιο ξήρανσης (ξηραντήριο) και έπειτα αποθηκεύεται σε αεριζόμενες αποθήκες για την διατήρηση της ποιότητάς του.
Οι ίνες του εκκοκισμένου βαμβακιού χρησιμοποιούνται στην κλωστοϋφαντουργία, ενώ από τον βαμβακόσπορο, ύστερα απο κατάλληλη επεξεργασία, μπορεί να παραγχθεί βαμβακέλαιο και βαμβακόπιτα (είδος ζωοτροφής).
Εκτίμηση της ποιότητα του βαμβακιού
Οι σύγχρονες εξελίξεις στον τομέα της νηματοποίησης επιβάλλουν ακόμη καλύτερη ποιότητα προϊόντος.
Η εκτίμηση της ποιότητας του βαμβακιού δεν είναι εύκολη καθώς εκφράζεται με πολλές παραμέτρους και εκτιμάται διαφορετικά από τον κάθε ενδιαφερόμενο.
Η τελική ποιότητα του βαμβακιού επηρεάζεται τόσο από την ποικιλία του φυτού, τις καλλιεργητικές πρακτικές και τις κλιματολογικές συνθήκες κατά την καλλιεργητική περίοδο, όσο και από τις μετασυλλεκτικές κατεργασίες του σύσπορου ή των ινών.
Η συνολική διαδικασία επεξεργασίας στο εκκοκκιστήριο παίζει πολύ σημαντικό ρόλο για την ποιότητα της παραγόμενης ίνας.
Ο εκκοκισμός με ακατάλληλα μηχανήματα προκαλεί το μπέρδεμα των ινών και τη δημιουργία κόμπων δυσκολεύοντας τη νηματοποίηση και αυξάνοντας τις απώλειες (φύρα) σε ίνες, ενώ η εκκόκιση βαμβακιού με υψηλό ποσοστό υγρασίας υποβιβάζει την ποιότητα της ίνας και τη χρωματίζει.
Βασικά χαρακτηριστικά εκτίμησης της ποιότητας του βαμβακιού
Τα βασικά χαρακτηριστικά του βαμβακιού, που αρχικά χρησιμοποιούνταν για την εκτίμηση της ποιότητάς του, είναι:
✓ το κυτίο,
✓ το μήκος της ίνας και
✓ η λεπτότητα και ωριμότητα της ίνας (micronaire).
Την τελευταία εικοσαετία, όμως, η βιομηχανία υιοθέτησε ένα σύστημα προσδιορισμού της ποιότητας «High Volume Instrument» (HVI) με το οποίο, εκτός των παραπάνω, στην εκτίμηση της ποιότητας υπολογίζονται και:
✓ η ομοιομορφία των ινών,
✓ η αντοχή και η επιμήκυνση των ινών κατά τη θραύση καθώς και
✓ η περιεκτικότητα σε κόμπους (neps).
Το κυτίο συνίσταται από το χρώμα, τις ξένες ύλες και την ποιότητα εκκοκισμένου.
Υπάρχουν 5 κατηγορίες χρώματος (λευκό, στιχτό, ελαφρά χρωματισμένο, κιτρινισμένο, σταχτί), ενώ για το λευκό χρώμα υπάρχουν 7 κλάσεις ποιότητας με τη μικρότερη να υποδηλώνει καλύτερη ποιότητα. Κακή ποιότητα εκκοκισμού οδηγεί στη δημιουργία κόμβων.
Το μήκος ίνας χαρακτηρίζει την κλωσιμότητα ενός βαμβακιού, ενώ αυξημένη ομοιομορφία σημαίνει μεγαλύτερη αντοχή και καλύτερο χρωματισμό του νήματος.
Η λεπτότητα της ίνας επηρεάζει την λεπτότητα και την αντοχή του νήματος καθώς επίσης την γυαλάδα και την απορρόφηση της βαφής, ενώ η ωριμότητα της ίνας αναφέρεται στην ανάπτυξη του δευτερογενούς τοιχώματος αυτής και ο βαθμός της επηρεάζει την κλωσιμότητα καθώς και την ομοιομορφία της ίνας. Τα βαμβάκια με μεγάλο ποσοστό ανώριµων ινών είναι ανεπιθύμητα στην υφαντουργία.
Η αντοχή της ίνας επηρεάζει την αντοχή του νήματος. Είναι επιθυμητός ο μεγάλος βαθμός τόσο της αντοχής όσος και της επιμήκυνσης αφού όσο μεγαλύτερος είναι τόσο καλύτερη η συμπεριφορά της ίνας στην κλώση.
Οι κόμποι (neps) είναι ίνες βαμβακιού οι οποίες έχουν μπλεχτεί μεταξύ τους ή μαζί με άλλες ίνες, κατά την διάρκεια της εκκόκισης και είναι ανεπιθύμητες στην κλωστουργία.
Η ποιότητα του ελληνικού βαμβακιού τα τελευταία χρόνια έχει υποβαθμιστεί σημαντικά εξαιτίας:
α) της μη σημαντικής διαφοροποίησης των τιμών σύσπορου βαμβακιού υπέρ των καλύτερων ποιοτήτων, λόγω μεγάλου ανταγωνισμού μεταξύ των πολλών εκκοκκιστικών επιχειρήσεων και του υψηλού ποσοστού της ενίσχυσης στην ελάχιστη τιμή παραγωγού.
Παραγωγοί και εκκοκιστές δίνουν μεγαλύτερη σημασία στο βάρος και στην ποσότητα με αποτέλεσμα η συγκομιδή να γίνεται βράδυ με υψηλές υγρασίες και σε φυτείες που δεν έχουν αποφυλλωθεί.
Οι ξένες ύλες και η υγρασία μειώνουν σημαντικά την ποιότητα του βαμβακιού,
β) κατά την εκκόκιση γίνεται ανάμιξη πολλών ποικιλιών με ανομοιόμορφα ποιοτικά χαρακτηριστικά ινών με αποτέλεσμα τη μείωση της ποιότητας και της νηματοποιητικής αξίας.
Με βάση τα παραπάνω και σε συνδυασμό με την ανάγκη για περιορισμό του κόστους παραγωγής...
Οι βαμβακοκαλλιεργητές θα πρέπει να ενδιαφέρονται περισσότερο για τη βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος τους και την καλύτερη τυποποίησή του, παρά για τη μεγιστοποίηση των αποδόσεων. |
Αυτό θα οδηγήσει σε διατήρηση της παραγωγικότητας και του ύψους της παραγωγής καθώς και σε παραγωγή βαμβακιού άριστης ποιότητας αρχικά για την ελληνική κλωστοϋφαντουργία αλλά και ανταγωνίσιμου σε ξένες αγορές.
Η παραγωγή ποιοτικών και επώνυμων προϊόντων βαμβακιού προαπαιτεί επιμελημένη προσπάθεια του ίδιου του παραγωγού και όλων των εμπλεκόμενων παραγόντων της μεταποίησής του με τη βοήθεια έρευνας και υποδομών από το ίδιο το κράτος.
- Κατηγορία Αγροτικά Νέα
- 0