Ένα πρωτοποριακό εγχείρημα στον τομέα της Γεωργίας αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια στον κάμπο της Θεσσαλονίκης, το οποίο προσελκύει το ενδιαφέρον ολοένα και περισσότερων καλλιεργητών, σε αντίθεση με την Πολιτεία η οποία δεν φαίνεται να συγκινείται ιδιαιτέρως. Στο εγχείρημα συμμετέχουν αυτήν την περίοδο περί τους δέκα ορυζοκαλλιεργητές οι οποίοι έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν τη λεγόμενη «γεωργία ακριβείας», υπό την αρωγή και καθοδήγηση της εταιρείας «Οικοανάπτυξη». Το εγχείρημα ξεκίνησε δειλά δειλά πριν από τρία χρόνια με τη συμμετοχή ενός μόνο ορυζοκαλλιεργητή, του Κώστα Κράββα και σταδιακά κερδίζει την εμπιστοσύνη και άλλων παραγωγών οι οποίοι αποστασιοποιούνται σιγά σιγά από τις κλασσικές εμπειρικές πρακτικές, υιοθετώντας σύγχρονες επιστημονικές και τεχνολογικές μεθόδους.
Η Voria.gr συνάντησε τους παραγωγούς και συζήτησε μαζί τους, στον τόπο όπου δραστηριοποιούνται, στην Χαλάστρα. Στον κάμπο της Θεσσαλονίκης καλλιεργούνται σήμερα περίπου 200.000 στρέμματα ρύζι εκ των οποίων τα μισά είναι συγκεντρωμένα σε ζώνη η οποία προστατεύεται από την συνθήκη Ramsar. Εκτείνονται κυρίως σε Χαλάστρα, Σίνδο, Μάλγαρα, Κλειδί, Βραχιά κ.λπ. Η περιοχή παράγει σχεδόν το 80% της συνολικής εγχώριας παραγωγής ρυζιού (περίπου 200.000 τόνοι) η οποία αντιστοιχεί στο 5,49% της πανευρωπαϊκής παραγωγής.
Από τα συνολικά 200.000 στρ., με τη μέθοδο της γεωργίας ακριβείας καλλιεργούνται περίπου 12.000.
«Μέχρι τώρα καλλιεργούσαμε διαισθητικά, εμπειρικά, με βάση όσα μας έμαθαν οι γονείς μας. Διαπιστώσαμε όμως στην πορεία ότι αυτό δεν είναι και τόσο αποδοτικό και επιπλέον, βλέπαμε ότι οι ευρωπαίοι συνάδελφοί μας, αξιοποιώντας εδώ και χρόνια τις νέες τεχνολογίες, έχουν πετύχει θεαματικά αποτελέσματα» αναφέρει ο Νίκος Σιβρής.
Ο πρώτος ο οποίος αποφάσισε να ρισκάρει, υιοθετώντας τη γεωργία ακριβείας ήταν ο Κώστας Κράββας ο οποίος φέτος βρίσκεται στον τρίτο χρόνο καλλιέργειας με αυτήν τη μέθοδο. Την εμπειρία του δεν τη μοιράστηκε μόνον με τους συναδέλφους του στην περιοχή, αλλά παρουσίασε τα αποτελέσματά της και σε ημερίδες εντός και εκτός συνόρων. «Τα οφέλη εντοπίζονται κυρίως σε τέσσερις τομείς: μείωση του κόστους παραγωγής, αύξηση της απόδοσης, βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος και προστασία του περιβάλλοντος», δηλώνει ο κ. Κράββας.
Το σπέρμα για την υιοθέτηση αυτής της μεθόδου στον κάμπο της Θεσσαλονίκης εμφύτευσε ο Γιώργος Ιατρού, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας «Οικοανάπτυξη» η οποία εφαρμόζει μεθόδους γεωργίας ακριβείας σε περίπου 12.000 στρ. πανελλαδικά, σε Θεσσαλονίκη, Καβάλα και Μεσολόγγι. «Αυτό που εδώ εμφανίζεται ως νέα μέθοδος σε χώρες του εξωτερικού ακολουθείται εδώ και 30 χρόνια» επισημαίνει ο κ. Ιατρού, τονίζοντας ότι η υιοθέτηση μεθόδων γεωργίας ακριβείας από τους ορυζοπαραγωγούς μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην αύξηση της κερδοφορίας με παράλληλα περιβαλλοντικά οφέλη.
Η μέθοδος
Σύμφωνα με τον κ. Ιατρού «σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στο εξωτερικό, στην Ελλάδα επικρατεί μια νεφελώδης κατάσταση σχετικά με το τι είναι γεωργία ακριβείας και ποια είναι τα στρατηγικά της πλεονεκτήματα. Οι αγρότες βλέπουν καθημερινά στο διαδίκτυο μια εικονική πραγματικότητα, εικόνες από Drones και πολύχρωμους δορυφορικούς χάρτες καλλιεργειών, εναέριους και επίγειους αισθητήρες, έξυπνες εφαρμογές, δίκτυα μετεωρολογικών σταθμών κ.ο.κ. Καλλιεργείται έτσι η εικόνα του ατσαλάκωτου 30άρη αγρότη ο οποίος διαχειρίζεται την εκμετάλλευσή του μέσω tablet και cloud, κι αυτά προκαλούν ανασφάλεια και δυσπιστία στους παραγωγούς».
Η επιτυχία της μεθόδου γεωργίας ακριβείας στηρίζεται πρωτίστως στη συλλογή πληροφοριών με τη βοήθεια του αγρότη παραγωγού και φυσικά της τεχνολογίας.
Οι πληροφορίες αφορούν τα εδαφολογικά δεδομένα της καλλιεργούμενης έκτασης (λαμβάνονται δείγματα από το χωράφι), δεδομένα απόδοσης από μετρητές απόδοσης που είναι εγκαταστημένοι στις θεριζοαλωνιστικές μηχανές, πληροφορίες για τις καλλιεργητικές φροντίδες που δίνονται από τον παραγωγό κ.ο.κ. Όλες αυτές οι πληροφορίες τροφοδοτούν έναν αλγόριθμο τεχνητής μάθησης ο οποίος προβλέπει τις λιπαντικές ανάγκες της καλλιέργειας με σημαντικά αποτελέσματα αύξησης των αποδόσεων, βελτίωσης της βιομηχανικής απόδοσης, βελτίωσης της πρωτεΐνης και μείωσης των λιπασμάτων.
Χρόνο με το χρόνο δημιουργείται μια μεγάλη βάση δεδομένων για κάθε έκταση ξεχωριστά, για κάθε παραγωγό, η οποία δίνει τη δυνατότητα διαρκούς επικαιροποίησης των αναγκών των διαφόρων καλλιεργούμενων ποικιλιών σε άζωτο.
Ο υπολογισμός με ακρίβεια της ανάγκης της καλλιέργειας του ρυζιού σε άζωτο είναι πολύ σημαντικός για τη συγκεκριμένη καλλιέργεια καθώς λιγότερο άζωτο σε σχέση με τις ανάγκες της καλλιέργειας οδηγούν σε μείωση της απόδοσης, ενώ υπερβολική αζωτούχος λίπανση οδηγεί σε μειωμένη ανθοφορία, μειωμένη γονιμοποίηση των ανθών, κίνδυνο πυρικουλάριας (η πιο σημαντική ασθένεια της ορυζοκαλλιέργειας), κίνδυνο πλαγιάσματος και τελικά μειωμένη απόδοση.
Σημαντική παράμετρος στη γεωργία ακριβείας είναι και η συνεχής, μέσω δορυφόρου και drones, παρακολούθηση της καλλιέργειας. Έτσι εντοπίζονται ελλείψεις σε διάφορα συστατικά όπως βόριο και ψευδάργυρος που είναι πολύ σημαντικά στον κάμπο της Θεσσαλονίκης. Καταγράφονται τα επίπεδα του φωσφόρου και του καλίου κι έτσι αποφασίζεται αν υπάρχει ανάγκη να γίνει χρήση σύνθετου λιπάσματος. Παράλληλα, παρακολουθείται η καλλιέργεια κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής της με τη χρήση δορυφορικών εικόνων και παράγονται χάρτες για διαφοροποιημένη επιφανειακή λίπανση.
Τα οφέλη
Τα οφέλη από την γεωργία ακριβείας φαίνονται στην τσέπη του παραγωγού, από τα πρώτα κιόλας χρόνια, ενώ σε βάθος χρόνου αποτυπώνονται και στο περιβάλλον.
Το πρώτο όφελος έχει να κάνει με τη σταδιακή μείωση του κόστους παραγωγής. Σύμφωνα με τον Κώστα Κράββα αυτό επιτυγχάνεται μέσω της μείωσης των ποσοτήτων λιπασμάτων που αποτελούν και τη σημαντικότερη δαπάνη στην ορυζοκαλλιέργεια. «Στην τριετία που εφαρμόζω το πρόγραμμα διαπίστωσα μείωση κατά σχεδόν 20% στην ποσότητα των λιπασμάτων», αναφέρει.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Ιατρού «η λίπανση αποτελεί την πλέον σημαντική καλλιεργητική παράμετρο που καθορίζει την ποσότητα αλλά και την ποιότητα της παραγωγής, ενώ παράλληλα αποτελεί ένα από τα βασικότερα καλλιεργητικά έξοδα. Να αναφέρουμε ενδεικτικά ότι το κόστος των λιπασμάτων ανά 1.000 στρ. καλλιέργειας ανέρχεται σε 50.000 ευρώ από τα οποία τα 25.000 αφορούν το κόστος των αζωτούχων λιπασμάτων, ενώ η προσδοκώμενη ακαθάριστη πρόσοδος είναι 300.000 ευρώ».
Το δεύτερο όφελος για τον παραγωγό είναι η σταδιακή αύξηση της παραγωγής η οποία, σύμφωνα με την πλειονότητα των ορυζοκαλλιεργητών της Χαλάστρας προσδιορίζεται κοντά στο 16%.
Παράλληλα, μέσω της ακριβέστερης λίπανσης, επιτυγχάνεται και βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος. Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Γκούτα, ο οποίος είναι και πρόεδρος του συνεταιρισμού Αγίου Αθανασίου, «αυτό δυστυχώς δεν αποτυπώνεται προς το παρόν στην τιμή. Ωστόσο, η βελτίωση της ποιότητας έχει θετικό αντίκτυπο καθώς αυξάνει την απόδοση στον Μύλο».
Τέλος, ένα από τα σημαντικότερα οφέλη, είναι η προστασία του περιβάλλοντος καθώς, μέσω της μείωσης της ποσότητας των λιπασμάτων επιτυγχάνεται μειωμένη απώλεια αζώτου στο περιβάλλον και κυρίως στον υδροφόρο ορίζοντα. Είναι ενδεικτικό ότι στα αγροτεμάχια στα οποία χρησιμοποιείται η γεωργία ακριβείας για μια τριετία υπάρχουν ήδη ενδείξεις αύξησης τόσο της υδρόβιας πανίδας, όσο και της επισκεπτόμενης σε αυτά ορνιθοπανίδας.
Ο εξοπλισμός
Πέρα από τα drones και τα διάφορα άλλα μέσα επεξεργασίας δεδομένων, απαιτείται και σύγχρονος αγροτικός εξοπλισμός. Δηλαδή τρακτέρ νέας τεχνολογίας των οποίων οι καμπίνες είναι ένα μικρό τεχνολογικό στούντιο με οθόνες υπολογιστών στους οποίους προβάλλονται οι δορυφορικοί χάρτες για την εκάστοτε καλλιέργεια, με GPS και διάφορα χειριστήρια.
Επίσης, απαραίτητο στοιχείο του εξοπλισμού είναι οι λιπασματοδιανομείς σύγχρονης τεχνολογίας οι οποίοι λειτουργούν με βάση τις εντολές που δίνονται από τους δορυφορικούς χάρτες.
Σύμφωνα με τον παραγωγό Παναγιώτη Σουμπάρα ένας πλήρης εξοπλισμός απαιτεί μια επένδυση της τάξης περίπου των 40.000 ευρώ η απόσβεση της οποίας γίνεται σε βάθος δεκαετίας.
Τα παράπονα
Η πρωτοποριακή ομάδα των ορυζοκαλλιεργητών της Χαλάστρας είναι πεπεισμένη ότι η χρήση της τεχνολογίας στη δουλειά τους είναι μονόδρομος. «Η γεωργία ακριβείας διορθώνει τα σφάλματα της φύσης. Είμαστε ανοιχτοί στη χρήση της τεχνολογίας όμως, θα πρέπει να φροντίσει η Πολιτεία, ώστε η τεχνολογία να γίνει περισσότερο προσιτή» σημειώνει ο Παναγιώτης Γκούτας. Αναφέρει ως παραδείγματα ότι ο τραπεζικός δανεισμός στην Ελλάδα έχει επιτόκιο της τάξης του 9% και 10% όταν οι ευρωπαίοι συνάδελφοί τους δανείζονται με 1% και 2%. Επίσης, το αγροτικό πετρέλαιο κοστολογείται στο 1,5 ευρώ το λίτρο, όταν ο ευρωπαίος αγρότης το πληρώνει σχεδόν στη μισή τιμή.
Οι Γιώργος Γκουτσίδης και Πέτρος Κηπουρός ζητούν επίσης από την Πολιτεία να σταθεί δίπλα τους, ενισχύοντας την έρευνα, αλλά μειώνοντας παράλληλα και τα πολύ υψηλά φορολογικά βάρη (ΕΦΚΑ, προκαταβολή φόρου κ.ο.κ.).