Στην Ολομέλεια της Βουλής τοποθετήθηκε ο βουλευτής Ημαθίας, Τάσος Μπαρτζώκας για το νέο εκλογικό νόμο, που εισάγει προς ψήφιση η Νέα Δημοκρατία. Πρόκειται για υλοποίηση βασικής, προεκλογικής δέσμευσης του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία υλοποιείται εντός ουδέτερου πολιτικού χρόνου.
Όπως ανέφερε ο βουλευτής στην ομιλία του, η διακυβέρνηση της χώρας, μετά από παρατεταμένη οικονομική κρίση, απαιτεί ισχυρή κυβέρνηση, σταθερό πολιτικό σύστημα και τολμηρές πολιτικές αποφάσεις. Ως εκ τούτου, ο εκλογικός νόμος οφείλει να υπηρετεί τις ανάγκες για την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος.
Το σύστημα της απλής αναλογικής ωστόσο, όπως αποδεικνύει η πολιτική και ιστορική εμπειρία , αποδεικνύεται ασύμβατο με τις άνωθεν επιδιώξεις, καθώς δοκιμάστηκε στην Ελλάδα και απέτυχε, και αυτό ήταν ένα σημείο που τόνισε ο Τάσος Μπαρτζώκας στην ομιλία του.
Ο βουλευτής Ημαθίας δεν παρέλειψε να καταρρίψει το επιχείρημα που επικαλείται η αξιωματική αντιπολίτευση περί «άδολης», απλής αναλογικής, καθώς ανέτρεξε στο παρελθόν των έργων και ημερών του ΣΥΡΙΖΑ, αποδεικνύοντας ότι η επίκληση στην εμβάθυνση της δημοκρατίας, της γνήσιας αποτύπωσης της λαϊκής βούλησης θα έπρεπε να αποδεικνύονται στην πράξη και όχι στα λόγια.
Τόνισε ότι το εκάστοτε εκλογικό σύστημα κρίνεται βάσει της λειτουργικότητας του, ενώ επέμεινε στον εξορθολογισμό του μοντέλου της ενισχυμένης αναλογικής. Όπως ανέφερε, αυτό επιτυγχάνεται με τον εκλογικό νόμο που εισάγεται, καθώς η πριμοδότηση των 50 εδρών εδράζεται, τόσο στη λογική της κυβερνησιμότητας, όσο και στη λογική της δικαιοσύνης.
Επιμένοντας πάντα στη λογική της συναίνεσης και σύμφωνα με δήλωση του, αξίωσε από την Εθνική Αντιπροσωπεία κοινή αντίληψη, επί των βασικών, εθνικών ζητημάτων. Αυτό είναι που απαιτούν οι πολίτες και αυτό επιβάλλει η ιδιαίτερη χρονική συγκυρία, κατά την οποία η Ελλάδα αντιμετωπίζει εξαιρετικές προκλήσεις.
Ο σύνδεσμος για την ομιλία του βουλευτή, Τάσου Μπαρτζώκα
https://www.youtube.com/watch?v=Vbof6B9GmSs
Το κείμενο της ομιλίας του Τάσου Μπαρτζώκα:
Κυρίε Υπουργέ, αγαπητοί συνάδελφοι
Η αλλαγή της διαδικασίας με την οποία εκλέγεται η Εθνική Αντιπροσωπεία, υπήρξε βασική εξαγγελία του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη.
Και υπό αυτή την έννοια, συνιστά δέσμευση απέναντι στον ελληνικό λαό, τον οποίο τιμώντας, ερχόμαστε σήμερα να κάνουμε πράξη.
Η δέσμευση αυτή ήταν απολύτως πολιτική: υποσχεθήκαμε να καταργήσουμε την απλή αναλογική, που θέσπισε η απελθούσα κυβέρνηση και να αποκλείσουμε μια και καλή την πιθανότητα, να εισέλθει εκ νέου η χώρα μας σε παραλυτική κατάσταση. Ιδίως, από τη στιγμή που έχει επιστρέψει σε ρυθμού κανονικούς και σε καλύτερες μέρες.
Πριν αναλύσω τα βασικά επιχειρήματα υπέρ της αναγκαιότητας του νέου εκλογικού νόμου, ο οποίος κατά τη γνώμη μου βρίσκει τη χρυσή τομή μεταξύ δύο κορυφαίων ζητούμενων, της αναλογικής εκπροσώπησης και της κυβερνησιμότητας, θέλω να κάνω μια αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν.
Να ανατρέξω πίσω στο 2016, δηλαδή στην περίοδο ψήφισης του προηγούμενου εκλογικού νόμου. Μια περίοδο, που μπορεί να φαντάζει μακρινή, αλλά δεν είναι καθόλου.
Και το λέω αυτό, γιατί μπορεί να έχουν περάσει 4 χρόνια από τότε, κυρίες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά οι μνήμες μας είναι ακόμα νωπές.
Είχε παρέλθει λοιπόν τότε ήδη μια πλήρης κυβερνητική περίοδος διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, με τις γνωστές παλινωδίες της περίφημης διαπραγμάτευσης, και των βαρύγδουπων δηλώσεων περί σκισίματος των μνημονίων, αλλά αντί αυτού την υπογραφή ενός ακόμα, και ολ’ αυτά που ο ελληνικός λαός δεν ξέχασε. Εξ’ ού και σας «αξίωσε» να είστε σήμερα μειοψηφία.
Σε αυτή την πρώτη περίοδο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν άλλαξε τον εκλογικό νόμο, μολονότι η επίκληση της απλής και άδολης αναλογικής υπήρξε το βασικό του προεκλογικό σύνθημα.
Η αλλαγή του εκλογικού νόμου ήρθε μετά την ανάδειξη του σε νικητή των εκλογών, δύο φορές, δηλαδή μετά από χρήση ενός εκλογικού νόμου, τις πρόνοιες του οποίου, αξιοποίησε δύο φορές.
Και η αλλαγή αυτή φυσικά δεν ήταν καθόλου τυχαία.
Ακόμα και η πιο καλοπροαίρετη κριτική δε θα μπορούσε, να αγνοήσει το γεγονός ότι η επιλογή της χρονικής συγκυρίας, μόνο ουδέτερη δεν ήταν.
Έγινε όταν όλες οι δημοσκοπήσεις έφερναν τη ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη πάνω από δέκα μονάδες μπροστά.
Όταν ξέρατε με άλλα λόγια, ότι η επόμενη εκλογική αναμέτρηση επιφυλάσσει για εσάς τη θέση του χαμένου.
Αλλά ας φύγουμε από αυτό και ας δούμε την επιχειρηματολογία, που αναπτύσσατε εκείνο το διάστημα.
Αποκαλούσατε τους προΰπάρχοντες εκλογικούς νόμους καλπονοθευτικούς, ότι χειραγωγούν τη λαϊκή βούληση και ότι υπηρετούν τις ευκαιριακές κομματικές σκοπιμότητες.
Λέγατε επίσης, ότι για την οικονομική κρίση ευθύνονται αποκλειστικά οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις.
Εξήρατε τις κυβερνήσεις συνεργασίας, τονίζοντας ότι αυτό είναι που απαιτούν οι σύγχρονες ανάγκες του πλουραλισμού, της δημοκρατίας και της κοινωνικής συνοχής.
Λες και αυτό το υβρίδιο συνεργατικής κυβέρνησης, που διαμορφώσατε με τους ΑΝΕΛ, ανταποκρινόταν στα επιχειρήματα σας.
Ας μας απαντήσετε κάποια στιγμή, ποιες ιδεολογικές και προγραμματικές συγκλίσεις μοιραζόσασταν, γιατί ο κόσμος πιστεύει ότι δεν είχατε και πολλά κοινά.
Εκτός, βέβαια, από τη διάθεση παραμονής στην εξουσία με κάθε τρόπο.
Κάνω αυτή την αναδρομή, για να επισημάνω ότι η εκ μέρους σας επίκληση για αγνά κίνητρα και για εμβάθυνση της δημοκρατίας, δεν είναι και πολύ πειστική.
Ωστόσο, η ΝΔ δεν θα ακολουθήσει τη δική σας ρότα.
Δεν αλλάζουμε τον εκλογικό νόμο, που εσείς θεσπίσατε, υπακούοντας σε μια καιροσκοπική νοοτροπία.
Πρώτον, ο χρόνος που εμείς επιλέγουμε, είναι όντως εκλογικά ουδέτερος. Εκλογές δεν πρόκειται να γίνουν σύντομα- η χώρα δεν αντέχει άλλες περιπέτειες- και επιπλέον, η εντολή που έχουμε λάβει από τον ελληνικό λαό, είναι πολύ ισχυρή.
Δεύτερον, για να έρθουμε και στην ουσία:
Αλλάζουμε τον εκλογικό νόμο, διότι δεν αγνοούμε βασικές παραδοχές, αλλά και την ιστορική εμπειρία του τόπου μας.
Ξεκινάμε καταρχάς από την παραδοχή, ότι δεν υπάρχουν τέλεια εκλογικά συστήματα. Υπάρχουν μόνο λειτουργικά και μη λειτουργικά.
Και το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, απέδειξε ότι λειτούργησε και ότι δεν ήταν αποτρεπτικός παράγοντας για κυβερνήσεις συνεργασίας.
Αυτά τα αποφασίζει το εκλογικό σώμα, όχι ο εκλογικός νόμος.
Ας το παραδεχτούμε επιτέλους, για τα προβλήματα της ελληνικής κρίσης δεν έφταιγε ο εκλογικός νόμος, το σύνταγμα μας ή γενικά οι θεσμοί. Τα προβλήματα μας ανάγονται σε πολιτικές και πολιτικές επιλογές.
Επίσης, να υπενθυμίσουμε ότι το μοντέλο της απλής αναλογικής δεν είναι άγνωστο: έχει εφαρμοστεί στη χώρα, όχι μία. Αλλά 8 φορές. Και απέτυχε σε όλες.
Άρα, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, δε μπορούμε να «πουλάμε» την απλή αναλογική ως σωτήρα των προβλημάτων μας.
Όμως δεν μπορούμε και να παραβλέπουμε το γεγονός, ότι η πριμοδότηση, με αποκλειστικό κριτήριο την πρωτιά, δεν είναι ισορροπημένη.
Και με το κριτήριο λοιπόν της ισορροπίας, αλλά και της δικαιοσύνης, η Νέα Δημοκρατία αλλάζει τον εκλογικό νόμο, με κυρίαρχα σημεία τα εξής:
Η ενισχυμένη αναλογική παραμένει, γιατί αποτιμάται ως το συμβατότερο σύστημα, σύμφωνα με τα ιστορικά, γεωγραφικά και πολιτικά δεδομένα της χώρας μας.
Ωστόσο, εξορθολογίζεται η διαδικασία της πριμοδότησης.
250 έδρες μοιράζονται στους βουλευτές αναλογικά, όπως ήδη ισχύει. Οι λοιπές 50 έδρες κατανέμονται κλιμακωτά, στα κόμματα ή στους συνασπισμούς κομμάτων, που έλαβαν πλέον του 25% των ψήφων. Δηλαδή η εκλογική δύναμη κάθε κόμματος είναι αυτή, που καθορίζει το πώς θα δοθούν οι 50 έδρες. Δεν τις παίρνει ο πρώτος.
Άρα πρόκειται για ένα δίκαιο, πιο δίκαιο σύστημα από το ισχύον.
Σε αυτό το νέο, δικαιότερο και εξισορροπητικό μοντέλο εκλογικού νόμου που εισάγεται, οι τακτικισμοί περισσεύουν. Πρέπει η συναίνεση να σταματήσει να είναι «αλα καρτ» και να αποδείξουμε επιτέλους στους πολίτες, ότι μπορούμε να συνεννοηθούμε στα βασικά.